Γκαμπριέλι, Τζοβάνι

Γκαμπριέλι, Τζοβάνι
(Giovanni Gabrieli, Βενετία 1557 – 1612). Ιταλός συνθέτης και οργανίστας. Ανιψιός και μαθητής του Αντρέα Γκαμπριέλι (βλ. λ.), έγινε όπως και εκείνος περισσότερο γνωστός έξω από τα σύνορα της γενέθλιας πόλης του. Η επαγγελματική του σταδιοδρομία δεν υπερέβη τον τίτλο του δεύτερου οργανίστα της βασιλικής του Αγίου Μάρκου. Πνευματικός κληρονόμος του θείου του, απομακρύνθηκε ωστόσο από την τέχνη του δασκάλου του, χάρη στην κλίση του προς μία μεγαλύτερη εκφραστικότητα, που διακρίνει κανείς καθαρά σε συνθέσεις μεγαλοφυούς αντιστικτικής επεξεργασίας. Ο Γ. ως δάσκαλος και πρότυπο συνθετών του αναστήματος ενός Σιτς ή ενός Πρετόριους, διαμόρφωσε μία σχολή με ιδιαίτερα αισθητή απήχηση στις γερμανόφωνες χώρες. Οι δύο συλλογές του με εκκλησιαστικές συμφωνίες (Sacrae Symphoniae), από τις οποίες η πρώτη τυπώθηκε το 1597 και η δεύτερη μετά τον θάνατό του το 1615, περιλαμβάνουν από 6 έως 19 φωνές, ενώ στις Canzoni και στις Σονάτες που τυπώθηκαν το 1615, ο αριθμός των φωνών φτάνει τις 22. Εξάλλου, έγραψε πολλά μαδριγάλια και ριτσερκάρε, με τα οποία επιβεβαίωσε την ευαισθησία του στη χρήση του ηχοχρώματος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • αναγέννηση — I Χρονική περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας, που ακολουθεί τον Μεσαίωνα.Με τον όρο Α. (ιταλ. Rinascimento, Rinascita Rinascenza,γαλλ. Renaisance), σε αντιδιαστολή προς τον Μεσαίωνα που θεωρείται περίοδος βαρβαρότητας, χαρακτηρίζεται ένα… …   Dictionary of Greek

  • καντάτα — Μορφή μουσικής σύνθεσης ιταλικής προέλευσης, που επιβλήθηκε στις αρχές του 17ου αι. με δύο τύπους: την κοσμική κ. (ή δωματίου) και τη θρησκευτική (ή εκκλησιαστική) κ. Δημιουργήθηκε από την ανάγκη να αντιταχθεί η μονωδία και η ωδική απαγγελία στην …   Dictionary of Greek

  • Κομέντια ντελ’ άρτε — (Commedia dell’ arte). Πολυσύνθετο θεατρικό φαινόμενο ιταλικής προέλευσης, του οποίου η γέννηση χρονολογείται περίπου στα μέσα του 16ου αι. Χαρακτηρίζεται από την έλλειψη καθαυτό θεατρικού κειμένου, το οποίο αντικαθίσταται από μια υπόθεση με πολύ …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • μοτέτο — Μουσική σύνθεση για φωνές, γαλλικής προέλευσης, γνωστής ήδη από τον 13o αι. Εκείνη την εποχή οριζόταν ως μ. μια πολυφωνική σύνθεση, μία από τις φωνές της οποίας (συνήθως η βαθύτερη) είχε αντληθεί από κάποια εκκλησιαστική μελωδία σε λατινικό… …   Dictionary of Greek

  • Σιτς, Χάινριχ — (Schütz, Κέστριτς 1585 – Δρέσδη 1672). Γερμανός συνθέτης. Σε ηλικία περίπου έξι ετών άρχισε να μελετά τραγούδι και εκδήλωσε τέτοιες μουσικές ικανότητες, ώστε ο λανγράβος της Έσης Κάσελ, ακούοντάς τον, ανέλαβε ο ίδιος τη μόρφωση του παιδιού και το …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”